Combatting waste crime

SCHMUCKBILD + LOGO

INHALT

BREADCRUMB

Είδη υποχρεώσεων, εργασίες διαχείρισης αποβλήτων, ευθύνες διαχείρισης αποβλήτων
Εργασίες διαχείρισης αποβλήτων

 

Η οδηγία 2008/98 δίνει προτεραιότητα στους διάφορους τρόπους διαχείρισης των αποβλήτων, καθώς και στην πρόβλεψη των κανόνων που εφαρμόζονται στη διαχείριση αποβλήτων και στον καταμερισμό των σχετικών αρμοδιοτήτων μεταξύ των εμπλεκομένων οικονομικών παραγόντων.

Εργασίες διαχείρισης αποβλήτων

Η ιεράρχηση μεταξύ των διαφόρων εργασιών διαχείρισης αποβλήτων
Στην κορυφή της ιεραρχίας της διαχείρισης αποβλήτων, η οδηγία διευκρινίζει αρχικά τι πρέπει να ευνοείται: η πρόληψη. Η πρόληψη ορίζεται ως «μέτρα τα οποία λαμβάνονται πριν μία ουσία, υλικό ή προϊόν καταστούν απόβλητα» και τα οποία περιορίζουν τις αρνητικές επιπτώσεις των αποβλήτων (άρθρο 3 παράγραφος 12). Η ποσότητα των παραγόμενων αποβλήτων μπορεί να περιοριστεί με την επαναχρησιμοποίηση ή την επέκταση της διάρκειας ζωής των προϊόντων, ενώ μπορεί να περιοριστεί και η περιεκτικότητά τους σε επιβλαβείς ουσίες.

Στο κατώτερο άκρο της ιεραρχίας, οι καθαυτές εργασίες διάθεσης είναι το λιγότερο ευνοούμενο είδος εργασιών διαχείρισης των αποβλήτων. Η διάθεση εμφανίζεται ως υπολειμματική νομική κατηγορία η οποία ορίζεται ως «οιαδήποτε εργασία η οποία δεν συνιστά ανάκτηση, ακόμη και στην περίπτωση που η εργασία έχει ως δευτερογενή συνέπεια την ανάκτηση ουσιών ή ενέργειας» (άρθρο 3 παράγραφος 19). Στην πράξη, η διάθεση περιλαμβάνει κυρίως την εναπόθεση σε χώρους υγειονομικής ταφής, την ελευθέρωση στη θάλασσα ή σε άλλα υδατικά συστήματα ή την αποτέφρωση. Με άλλα λόγια, τόσο η πρόληψη όσο και η διάθεση έχουν τον στρατηγικό ρόλο να περιορίσουν, στην κορυφή και στη βάση, την ποσότητα και τους τύπους των αποβλήτων· όποιο απόβλητο παραμείνει διότι δεν μπορούσε να προληφθεί και η διάθεσή του μπορεί να αποφευχθεί, ανακτάται.

Προβλέπεται ένα είδος «επιμέρους ιεράρχησης» μεταξύ των διαφόρων τύπων ανάκτησης αποβλήτων: η ενδιάμεση κατάσταση, η οποία προτιμάται από τη διάθεση αλλά υπολείπεται της πρόληψης. Συνεπώς, στο πλαίσιο αυτής της κατηγορίας εργασιών ανάκτησης, θα πρέπει να προτιμάται η «προετοιμασία για επαναχρησιμοποίηση» από την ανακύκλωση, και η ανακύκλωση από κάθε άλλο τύπο ανάκτησης, συμπεριλαμβανομένης της ανάκτησης ενέργειας, η οποία είναι με τη σειρά της περιορισμένη στην εφαρμογή (άρθρο 4 παράγραφος 1). Ο νομικός ορισμός της προετοιμασίας για επαναχρησιμοποίηση συνίσταται στον έλεγχο, τον καθαρισμό ή την επισκευή των αποβλήτων (άρθρο 3 παράγραφος 16), χωρίς όμως να απαιτεί την πραγματική επαναχρησιμοποίηση των αποβλήτων, δηλαδή την εκ νέου χρησιμοποίησή τους για τον ίδιο σκοπό για τον οποίο σχεδιάστηκαν (άρθρο 3 παράγραφος 13). Όσον αφορά την ανακύκλωση, πρέπει να επιτρέπει την επανεπεξεργασία των αποβλήτων «σε υλικά που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα ή σε εργασίες επίχωσης» (άρθρο 3 παράγραφος 17). Τέλος, η αποτέφρωση υψηλής ενεργειακής απόδοσης γίνεται επίσης αποδεκτή ως ανάκτηση και όχι ως διάθεση διότι, σε αντίθεση με άλλα είδη αποτέφρωσης, παράγει χρήσιμη ενέργεια ή θερμότητα (βλ. παράρτημα 2 εδάφιο R1).

Η νομική ισχύς της ιεραρχίας δεν αμφισβητείται. Ισχύει «ως τάξη προτεραιότητας στη νομοθεσία και την πολιτική για την πρόληψη και τη διαχείριση των αποβλήτων» (άρθρο 4 παράγραφος 1). Ωστόσο, η ιεραρχία δεν είναι ούτε άκαμπτη ούτε αυστηρά υποχρεωτική. Τα κράτη μέλη οφείλουν να «λαμβάνουν μέτρα ώστε να προωθούν τις εναλλακτικές δυνατότητες που παράγουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα από περιβαλλοντική άποψη», έχοντας κατά νου «τον κύκλο ζωής, λαμβάνοντας υπόψη τις συνολικές επιπτώσεις της παραγωγής και της διαχείρισης τέτοιων αποβλήτων» (άρθρο 4 παράγραφος 2).