Combatting waste crime

SCHMUCKBILD + LOGO

INHALT

BREADCRUMB

Είδη υποχρεώσεων, εργασίες διαχείρισης αποβλήτων, ευθύνες διαχείρισης αποβλήτων
Οι ευθύνες των εμπλεκόμενων οικονομικών παραγόντων

 

Οι ευθύνες των εμπλεκόμενων οικονομικών παραγόντων ενισχύονται από την αρχή της διευρυμένης ευθύνης του παραγωγού.

Ευθύνες όσον αφορά τη διαχείριση των αποβλήτων εν γένει
Πρωταρχική ευθύνη των κατόχων αποβλήτων είναι η παράδοσή τους σε ιδιωτικούς ή δημόσιους φορείς συλλογής ή διάθεσης αποβλήτων, εκτός εάν οι ίδιοι οι κάτοχοι είναι εγκατάσταση ή επιχείρηση που εκτελεί εργασίες επεξεργασίας αποβλήτων σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες (άρθρο 13 και άρθρο 15 παράγραφος 1). Ωστόσο, η ίδια ευθύνη με του κατόχου των αποβλήτων ισχύει και για τους «αρχικούς παραγωγούς ή άλλους κατόχους» (άρθρο 15 παράγραφος 1), και αυτό ανεξάρτητα από το εάν το πρόσωπο αυτό έχει τα απόβλητα στην κατοχή του ή όχι (άρθρο 3 παράγραφοι 5 και 6)! Θα πρέπει να τονιστεί ότι, στο παρόν στάδιο της συλλογιστικής, ο εν λόγω «παραγωγός αποβλήτων» δεν είναι ο παραγωγός του προϊόντος από το οποίο προέρχονται τα απόβλητα αλλά, σύμφωνα με την οδηγία αυτολεξεί, «κάθε πρόσωπο του οποίου οι δραστηριότητες παράγουν απόβλητα (αρχικός παραγωγός αποβλήτων)» (άρθρο 3 παράγραφος 5).

Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν «ότι την ευθύνη για τη διαχείριση των αποβλήτων φέρει, πλήρως ή εν μέρει, ο παραγωγός του προϊόντος από το οποίο προέρχονται τα απόβλητα και ότι οι διανομείς των προϊόντων αυτών μπορούν να μοιράζονται την ευθύνη αυτήν» (άρθρο 15 παράγραφος 3).

Ο ρόλος των προηγούμενων κατόχων, του παραγωγού των αποβλήτων, ακόμη και του παραγωγού του προϊόντος από το οποίο προέρχονται τα απόβλητα, είναι συχνά σημαντικός, ιδίως όταν ο τελευταίος κάτοχος των αποβλήτων έχει αθετήσει τις υποχρεώσεις του. Για παράδειγμα, όταν ο τρέχων κάτοχος είναι αφερέγγυος, συνηθίζεται να αναζητείται ένα δυνητικά υπεύθυνο πρόσωπο. Η οδηγία 2008/98 προβλέπει ότι «Σύμφωνα με την αρχή ‘ο ρυπαίνων πληρώνει’, το κόστος διαχείρισης των αποβλήτων βαρύνει τον αρχικό παραγωγό αποβλήτων, τον τρέχοντα ή τους προηγούμενους κατόχους αποβλήτων» (άρθρο 14 παράγραφος 1). Αντίθετα, εναπόκειται στα κράτη μέλη να αποφασίσουν εάν το κόστος αυτό «βαρύνει εν μέρει ή πλήρως τον παραγωγό του προϊόντος από το οποίο προέρχονται τα απόβλητα» και εάν οι διανομείς αυτού του προϊόντος «μπορούν να μοιράζονται το σχετικό κόστος» (άρθρο 14 παράγραφος 2).

Η σημερινή νομική κατάσταση που περιγράφεται κατά τον τρόπο αυτό είναι αρκετά οπισθοδρομική σε σύγκριση με την προηγούμενη νομοθεσία από την άποψη της αναζήτησης ενός φερέγγυου δυνητικά υπεύθυνου προσώπου. Το Δικαστήριο είχε αποφασίσει, βάσει της προηγούμενης οδηγίας (δηλαδή της οδηγίας 75/442) ότι, όταν η κακή κατάσταση των εγκαταστάσεων αποθήκευσης ενός πρατηρίου καυσίμων και η διαρροή υδρογονανθράκων μπορούν να αποδοθούν σε μη τήρηση των συμβατικών υποχρεώσεων της πετρελαϊκής επιχείρησης που προμηθεύει το εν λόγω πρατήριο καυσίμων ή σε ενέργειες που θα μπορούσαν να καταστήσουν την εν λόγω πετρελαϊκή εταιρεία υπεύθυνη, οι δραστηριότητές της θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι «έχουν παραγάγει απόβλητα» λόγω της μόλυνσης του εδάφους και των υπόγειων υδάτων. Το Δικαστήριο επικαλέστηκε τη διάταξη της προηγούμενης οδηγίας, η οποία αναφέρετο ρητά σε μια τέτοια περίπτωση στην αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» (υπόθεση C-1/03 Ποινική διαδικασία κατά των Paul Van de Walle, Daniel Laurent, Thierry Mersch και Texaco Belgium SA., §60-61). Το Δικαστήριο προχώρησε ένα βήμα ακόμη στην ίδια λογική στην υπόθεση Erika η οποία αφορούσε υδρογονάνθρακες που είχαν διαρρεύσει στη θάλασσα λόγω ατυχήματος: αποφάνθηκε ότι το πρόσωπο που πώλησε τα εμπορεύματα στον τελικό παραλήπτη και για τον σκοπό αυτό ναύλωσε το πλοίο που βυθίστηκε παρήγαγε επίσης τα απόβλητα και ότι το πρόσωπο αυτό συνέβαλε με τη συμπεριφορά του στον κίνδυνο να συμβεί η ρύπανση που προκλήθηκε από το ναυάγιο του πλοίου (υπόθεση C-188/07 Commune de Mesquer κατά Total France SA και Total International Ltd., §73-82).